Νόσος Κρον (Crohn) – Ελκώδης Κολίτιδα

Νόσος Κρον (Crohn) – Eλκώδης Κολίτιδα

Οι Ιδιοπαθείς Φλεγμονώδης Νόσοι του Εντέρου (ΙΦΝΕ), δηλαδή η Eλκώδης Kολίτιδα και η νόσος του Crohn (Κρον) είναι νόσοι που προκαλούν μια χρόνια φλεγμονή, μόνο στο παχύ έντερο η πρώτη και σε ολόκληρο το πεπτικό σύστημα η δεύτερη. Στις ΗΠΑ περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άνθρωποι πάσχουν από ελκώδη κολίτιδα ή νόσο του Crohn.

Στη χώρα μας δεν υπάρχουν ακριβή δεδομένα που να αφορούν το σύνολο του πληθυσμού, δεδομένα όμως από την Ήπειρο και την Κρήτη δείχνουν μικρότερη για την ελκώδη κολίτιδα και ίση για τη νόσο του Crohn επίπτωση και επιπολασμό με τις ανεπτυγμένες χώρες της Δύσης.

Τι προκαλεί την ελκώδη κολίτιδα και την νόσο του Crohn (Κρον)

Η ακριβής αιτιολογία των δύο αυτών νόσων παραμένει άγνωστη. Η επικρατούσα πάντως άποψη είναι ότι η χρόνια φλεγμονή συνδέεται με μια πολύπλοκη αλληλεπίδραση μεταξύ γενετικής προδιαθέσεως και αρκετών παραγόντων του περιβάλλοντος.

Προσφάτως, βρέθηκαν αρκετές θέσεις στα ανθρώπινα χρωμοσώματα που προδιαθέτουν στην εμφάνιση των νόσων αυτών σε συνδυασμό πάντα με διάφορους άλλους παράγοντες όπως ιοί ή βακτήρια, το κάπνισμα, η λήψη αντιρευματικών φαρμάκων, η προσθήκη συντηρητικών στις τροφές, η αλλαγή στις διαιτητικές συνήθειες, ενδεχομένως το stress, καθώς και η μειονεκτική ή και λανθασμένη, για άγνωστους λόγους, αντίδραση του αμυντικού (ανοσολογικού) συστήματος του οργανισμού. Ο ρόλος των ψυχολογικών παραγόντων είναι αμφίβολος, αλλά πιθανότατα είναι ένας παράγων που συντελεί για οξεία υποτροπή ήδη εγκατεστημένης νόσου. Παρότι τα ΙΦΝΕ δεν χαρακτηρίζονται ως κληρονομικά νοσήματα, πρώτου βαθμού συγγενείς ασθενών με ΙΦΝΕ έχουν τριπλάσια έως εικοσαπλάσια πιθανότητα να εμφανίσουν και αυτοί τη νόσο συγκριτικά με συγγενείς ατόμων χωρίς ιστορικό ΙΦΝΕ.

Ελκώδης Κολίτιδα: Συμπτώματα

Η ελκώδης κολίτιδα προσβάλλει τον βλεννογόνο (εσωτερικό τοίχωμα) του παχέος εντέρου σε άλλοτε άλλη έκταση.

Στους μισούς περίπου αρρώστους εντοπίζεται στο ορθοσιγμοειδές (χαμηλότερο τμήμα του παχέος εντέρου), στο 30% εκτείνεται μέχρι την αριστερή κολική καμπή και στο υπόλοιπο 20% καταλαμβάνει ολόκληρο το παχύ έντερο. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η νόσος παραμένει εντοπισμένη στην έκταση της αρχικής προσβολής, όμως σε αρκετούς ασθενείς, με την πάροδο του χρόνου, μπορεί να επεκταθεί.

Η πορεία της νόσου χαρακτηρίζεται από εξάρσεις και υφέσεις ή μπορεί να ξεκινήσει με κεραυνοβόλο μορφή που χαρακτηρίζεται από πολύ βαριά κλινική εικόνα με υψηλό πυρετό και κακή γενική κατάσταση. Οι άρρωστοι αυτοί μπορεί να εμφανίσουν τοξικό μεγάκολο δηλαδή διάταση τμήματος ή ολόκληρου του παχέος εντέρου και έχουν άμεση ανάγκη εισαγωγής σε νοσοκομείο καθότι απειλείται και η ζωή τους ακόμη.

Νόσος του Crohn: Συμπτώματα

Η νόσος Crohn, σε αντίθεση με την ελκώδη κολίτιδα που εντοπίζεται μόνο στο παχύ έντερο, μπορεί να προσβάλλει ολόκληρο τον πεπτικό σωλήνα από το στόμα μέχρι και τον πρωκτό. Οι τρεις κύριες θέσεις εντοπίσεως της νόσου αφορούν το λεπτό έντερο (30%), το λεπτό και το παχύ έντερο συγχρόνως (30-40%) και τέλος, το παχύ έντερο μόνο (20-30%). Η νόσος του Crohn, σε αντίθεση με την ελκώδη κολίτιδα που προσβάλλει μόνο τον βλεννογόνο, εκτείνεται σε όλες τις στιβάδες του εντερικού τοιχώματος.

Και στις δύο νόσους εμφανίζονται γενικά συμπτώματα όπως κόπωση, καταβολή, ανορεξία και μερικές φορές πυρετός. Τα συμπτώματα από το έντερο περιλαμβάνουν βλεννοαιματηρές (συνήθως διαρροϊκές) κενώσεις, που μπορούν να συνοδεύονται από τεινεσμό (επίμονη και επαναλαμβανόμενη τάση για κένωση) και κολικοειδή κοιλιακό πόνο. Μερικοί εμφανίζουν ναυτία ή κάνουν εμετό.

Πολλοί ασθενείς εμφανίζουν συμπτώματα από άλλα όργανα του σώματος, όπως άφθες του στόματος, αρθρίτιδα, ερύθημα και γαγγραινώδες πυόδερμα (βαριά νεκρωτική προσβολή του δέρματος), ιριδοκυκλίτιδα (φλεγμονή των οφθαλμών), ηπατοπάθεια, οστεοπόρωση και κυψελιδίτιδα ή ίνωση (προσβολή των πνευμόνων). Υπάρχουν και συμπτώματα που οφείλονται στις επιπλοκές των δύο νόσων.

Η ελκώδης κολίτις, η οποία προσβάλλει μόνο το παχύ έντερο, στην οξεία φάση χαρακτηρίζεται από τοπικές βλεννοαιματηρές διάρροιες των οποίων η βαρύτητα εξαρτάται από τη σοβαρότητα της νόσου αλλά και από την έκτασή της. Εάν ολόκληρο το παχύ έντερο είναι προσβεβλημένο, η διάρροια μπορεί να είναι πολύ σοβαρή. Εάν πάσχουν μόνο τα τελικά τμήματα (σιγμοειδές και το ορθό), τα κόπρανα μπορεί να είναι πιο σχηματισμένα και να έχουν πρόσμειξη αίματος ή βλέννης.

Η νόσος του Crohn στην αρχική της φάση μπορεί να εμφανιστεί με λίγα συμπτώματα και σε περιπτώσεις όπου δεν πάσχει το παχύ έντερο ή το τελικό τμήμα του λεπτού (ειλεός) μπορεί να μην έχει ούτε διάρροια. Σε πολλές περιπτώσεις εμφανίζεται με άτυπο κοιλιακό πόνο που υποδύεται σκωληκοειδίτιδα.

  1. Χρόνια φλεγμονώδης μορφή – Αποτελεί την πλέον συχνή κλινική εμφάνιση της νόσου και επικρατεί κυρίως στους αρρώστους με ειλεϊτιδα ή ειλεοκολίτιδα. Οι ασθενείς συνήθως αναφέρουν χαμηλό πυρετό, κακουχία, απώλεια βάρους και αδυναμία. Παραπονούνται επίσης συνήθως για διάρροια με ή χωρίς πόνο στην κοιλιά.
  2. Αποφρακτική μορφή – Οι άρρωστοι περιγράφουν κολικοειδή κοιλιακά άλγη, μετεωρισμό κοιλίας (φούσκωμα) και αυξημένους εντερικούς ήχους.
  3. Συριγγοποιός μορφή – Στο 20-40% των ασθενών αναπτύσσονται συρίγγια, δηλαδή οδοί επικοινωνίας μεταξύ εντερικών ελίκων (εντεροεντερικά), ή άλλων σπλάγχνων (εντεροσπλαγχνικά) ή μεταξύ εντέρου και δέρματος (εντεροδερματικά).
  4. Περιπρωκτική νόσος – Περίπου 20-30% των ασθενών με προσβολή του λεπτού ή παχέος εντέρου θα αναπτύξει περιπρωκτική νόσο που εκδηλώνεται με πρωκτικές σχισμές,συρίγγια ή αποστήματα.

Διαγνωστικές Μέθοδοι

Η ενδοσκόπηση του παχέος εντέρου και σε ορισμένες περιπτώσεις του τελικού ειλεού, καθώς και η γαστροσκόπηση, θα παράσχουν σημαντικές διαγνωστικές πληροφορίες για την ακριβή εντόπιση όσο και βαρύτητα προσβολής της νόσου. Η ενδοσκόπηση του παχέος εντέρου (κολονοσκόπηση) αποτελεί σημαντική μέθοδο ανάδειξης προσβολής του παχέος εντέρου.

Τέλος, η δυνατότητα λήψεως βιοψιών από το βλεννογόνο μέσω του ενδοσκοπίου αποτελούν ιδιαίτερα σημαντικά πλεονεκτήματα της ενδοσκόπησης. Η σχέση εμπιστοσύνης που πρέπει να αναπτυχθεί μεταξύ του ασθενούς και του γιατρού είναι απαραίτητη για τη σωστή έκβαση της πάθησής σας. Θα πρέπει να καταλάβετε ότι τόσο η ελκώδης κολίτιδα όσο και η νόσος του Crohn είναι χρόνιες ασθένειες και χρειάζεται προσεκτική και συνεχής παρακολούθηση σύμφωνα με τις οδηγίες του γιατρού σας.

Ακόμη και αν δεν έχετε καθόλου συμπτώματα θα πρέπει να επισκέπτεστε το γιατρό σας τουλάχιστον μία φορά το εξάμηνο. Οι ασθενείς που πάσχουν από ελκώδη κολίτιδα και νόσο του Crohn θα πρέπει να γνωρίζουν ότι τα νοσήματα αυτά θα τους συνοδεύουν για όλη τη ζωή τους. Η σοβαρότητα και η εξέλιξη της νόσου όμως, διαφέρει σημαντικά από ασθενή σε ασθενή.

Μερικοί μπορεί να εμφανίζουν πολύ ήπια νόσο με αραιές εξάρσεις, ενώ άλλοι υποφέρουν από πολύ σοβαρά και συχνά επεισόδια μερικά από τα οποία χρειάζονται νοσοκομειακή ή και χειρουργική αντιμετώπιση.

Συντηρητική Θεραπεία Ελκώδους Κολίτιδας & Νόσος του Crohn

  1. με χορήγηση μιας ή συνδυασμού περισσοτέρων της μιας, φαρμακευτικών ουσιών,
  2. με συμπτωματική φαρμακευτική υποστήριξη (δηλαδή αντιμετώπιση συγκεκριμένων συμπτωμάτων, και τέλος,
  3. με κατάλληλη, από του στόματος ή παρεντερικά, διατροφική υποστήριξη.

Η χειρουργική αντιμετώπιση των ασθενών με ΙΦΝΕ αφορά κυρίως τους ασθενείς εκείνους στους οποίους και η έντονη ακόμη συντηρητική αγωγή απέτυχε ή τους ασθενείς με σοβαρές επιπλοκές και σημεία οξείας κοιλίας (εντερική διάτρηση ή απόφραξη, τοξικό μεγάκολο κ.λπ.).

Τέλος, ο καρκίνος του παχέος ή λεπτού εντέρου (εξαιρετικά σπάνιος του λεπτού) αποτελεί μία ακόμη ένδειξη χειρουργικής αντιμετώπισης.

Χρήση Φαρμάκων

  1. Αντιφλεγμονώδη (παράγωγα 5-αμινοσαλυκιλικού οξέος) Σουλφασαλαζίνη, ανάλογα σουλφασαλαζίνης (μεσαλαζίνη)
  2. Κορτικοειδή (κορτιζόνη και παράγωγα)
  3. Αντιβιοτικά
  4. Σιπροφλοξασίνη, Μετρονιδαζόλη
  5. Ανοσοκατασταλτικά – Ανοσοτροποιητικά Αζαθειοπρίνη, 6 μερκαπτοπουρίνη, κυκλοσπορίνη
  6. Ειδική ομάδα ανοσοτροποιητικών (βιολογικοί παράγοντες)
  7. Ιnfliximab (Remicade®, ενδοφλέβια χορήγηση)
  8. Adalimumab (Humira®, υποδόρια χορήγηση)
  9. Φάρμακα συμπτωματικής αντιμετώπισης

Θεραπεία νόσου του Crohn

Η νόσος του Crohn παρουσιάζει σημαντικές δυσχέρειες στον καθορισμό μιας συγκεκριμένης θεραπευτικής στρατηγικής λόγω του πολύπλοκου των κλινικών της εκδηλώσεων καθώς και εντοπίσεων της νόσου.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ενδεχόμενη διαφορετική στρατηγική θεραπευτικής προσέγγισης παρόμοιων περιπτώσεων από διαφορετικούς ιατρούς, πράγμα που επαληθεύεται αρκετές φορές στην καθημερινή κλινική πράξη. Οι θεραπευτικές προσπάθειες αποβλέπουν πρωταρχικά στη συμπτωματική ανακούφιση του ασθενούς, στην αποκατάσταση των διαταραγμένων εργαστηριακών εξετάσεων (συνήθως ως επακόλουθο της ύφεσης) καθώς και τη διατήρηση της ύφεσης της νόσου.

Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται στη νόσο Crohn είναι:

  1. Κορτιζόνη (Presolon®, Medrol®)
  2. Αζαθειοπρίνη (Azathioprine®, Imuran®)
  3. Μεσαλαζίνη (Mezavant®, Salofalk®, Asacol®, )
  4. Αντιβιοτικά (Ciproxin®, Flagyl®, Betiral®,Rifacol®) για έλεγχο πιθανών λοιμωδών παραγόντων
  5. Οι βιολογικοί παράγοντες Inflixima(Remicade®) και Adalimumab (Humira®)
  6. Ειδικά διαιτητικά σκευάσματα (από το στόμα ή εντερικά μέσω ειδικών καθετήρων) ή ακόμη και ολική παρεντερική διατροφή (ενδοφλέβια).

Παρενέργειες χρησιμοποιουμένων φαρμάκων

  1. Μεσαλαζίνη, Σουλφασαλαζίνη: Κεφαλαλγία, εξάνθημα δέρματος, ναυτία, αναιμία, νεφρική βλάβη
  2. Αζαθειοπρίνη: Ελάττωση αριθμού λευκών αιμοσφαιρίων, τοξική βλάβη ήπατος, παγκρέατος, νεφρών
  3. Κορτιζόνη: Αύξηση της πίεσης του αίματος, οστεοπόρωση, αύξηση σακχάρου, λοιμώξεις, μείωση μυϊκής μάζας, αναστολή ανάπτυξης στα παιδιά, καταρράκτης κ.λπ.
  4. Βιολογικοί παράγοντες: Λοιμώξεις (με ιδιαίτερη έμφαση στη φυματίωση), λεμφώματα (εξαιρετικά σπάνια).

Διατροφική υποστήριξη ασθενών

Δεν υπάρχουν ειδικές διαιτητικές οδηγίες που να μπορούν να συσταθούν στους ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα και νόσο Crohn. Όμως, ορισμένες τροφές (όπως π.χ. σπόροι, αμαγείρευτα λαχανικά, φρούτα κ.λπ.), οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν εντερική απόφραξη εφόσον υπάρχουν εκτεταμένες στενώσεις του εντέρου, θα πρέπει να αποφεύγονται.

Επίσης, διάφορα ευμεγέθη δισκία τα οποία ενδέχεται να μην προλάβουν να διαλυθούν στο έντερο, μπορεί να ενσφηνωθούν σε εστενωμένα του τμήματα. Γενικώς, οι ασθενείς με νόσο Crohn θα πρέπει να σιτίζονται με τροφές επαρκείς σε θρεπτικά στοιχεία χωρίς να απαγορεύονται αυτές που έχουν φυτική προέλευση, αρκεί να είναι καλά μαγειρευμένες.

Η σύσταση για αποφυγή του γάλακτος στις ΙΦΝΕ αν και δεν στηρίζεται σε επαρκή επιστημονικά δεδομένα, εντούτοις για τις συνθήκες της ελληνική πραγματικότητας με το υψηλό ποσοστό υπολακτασίας φαίνεται λογική, τουλάχιστον στις εξάρσεις της νόσου. Στα μεσοδιαστήματα οι άρρωστοι χωρίς επιπλοκές μπορούν να διατρέφονται ελεύθερα (με περιορισμό στο αλάτι στην περίπτωση που λαμβάνουν κορτιζόνη).

Ενδείξεις Χειρουργικής Αντιμετώπισης

Στην ελκώδη κολίτιδα η χειρουργική επέμβαση επιφυλάσσεται:

  1. Σε ασθενείς με τοξικό μεγάκολο, δηλαδή σε οξεία προσβολή που δεν αντιμετωπίζεται με συ ντηρητικά μέσα και κινδυνεύει άμεσα η ζωή του ασθενούς.
  2. Σε χρόνια νόσο που δεν αντιμετωπίζεται ικανοποιητικά με φαρμακευτική αγωγή ή όταν απαιτεί-ται συχνά επαναλαμβανόμενη ή και συνεχής λήψη μεγάλων δόσεων κορτιζόνης.
  3. Σε περιπτώσεις εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου.

Σε όλες τις περιπτώσεις διενεργείται ολική κολεκτομή και ειλεοπρωκτική αναστόμωση. Αυτό σημαίνει ότι ενώνεται το λεπτό έντερο με τον πρωκτό με κατάλληλη και εξειδικευμένη χειρουργική τεχνική. Οι περιπτώσεις όπου γίνεται μόνιμη ειλεοστομία (παρά φύση έδρα) είναι πλέον όλο και λιγότερες.

Χειρουργική αντιμετώπιση στη νόσο του Crohn

Στένωση, απόστημα, συρίγγιο και περιπρωκτική νόσος αποτελούν ενδείξεις χειρουργικής αντιμετώπισης όταν αυτά δεν αντιμετωπίζονται ικανοποιητικά με φαρμακευτική αγωγή.

Όταν η εγχείρηση καθίσταται αναπόφευκτη, γενικός κανόνας για τον χειρουργό είναι να προσπαθεί να αφαιρεί το μικρότερο δυνατό μήκος λεπτού εντέρου με σκοπό την αποφυγή εμφάνισης «συνδρόμου βραχέος εντέρου» στις περιπτώσεις που ενδεχομένως θα απαιτηθούν πολλαπλές χειρουργικές επεμβάσεις.

Χρωμοενδοσκόπηση στην ελκώδη κολίτιδα και στην ανίχνευση επίπεδων πολυπόδων στο παχύ έντερο

Η ελκώδης κολίτιδα είναι μια χρόνια φλεγμονώδης νόσος που προσβάλλει αποκλειστικά το παχύ έντερο και συνήθως ακολουθεί μια κλινική πορεία που χαρακτηρίζεται από υφέσεις και εξάρσεις άλλοτε άλλης βαρύτητας. Είναι γνωστό πως οι ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα και ιδίως αυτοί στους οποίους πάσχει όλο το παχύ έντερο [πανκολίτιδα] παρουσιάζουν αυξημένη πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου στο παχύ έντερο σε σχέση με τον φυσιολογικό πληθυσμό.

Για τον λόγο αυτό, οι οδηγίες από τους διεθνείς οργανισμούς για την μελέτη των ιδιοπαθών φλεγμονωδών νοσημάτων του εντέρου, συνιστούν πως μετά από 7 χρόνια από την διάγνωση της νόσου να ξεκινά προληπτικός έλεγχος [screening] με κολονοσκόπηση ανά 1-2 έτη.

Το διαφορετικό στον καρκίνο που παρουσιάζεται σε έδαφος ελκώδους κολίτιδας σε σχέση με τον σποραδικό καρκίνο [που εμφανίζεται στον γενικό πληθυσμό] είναι πως η καρκινογένεση ακολουθεί διαφορετική πορεία. Με απλά λόγια, στον σποραδικό καρκίνο υπάρχουν προκαρκινικές καταστάσεις που ονομάζονται πολύποδες [είτε είναι με μίσχο-έμμισχοι, είτε άμισχοι, είτε επίπεδοι]. Οι πολύποδες παρουσιάζουν διάφορες μεταλλάξεις σε γονίδια και κάποια στιγμή μετατρέπονται σε καρκίνο. Γι’αυτό η κολονοσκόπηση και η πολυποδεκτομή προλαμβάνει τον σποραδικό καρκίνο στο παχύ έντερο. Αντίθετα, στην ελκώδη κολίτιδα ο καρκίνος εμφανίζεται χωρίς να προυπάρχουν πολύποδες.

Δημιουργούνται δυσπλαστικές αλλοιώσεις στο φυσιολογικό τοίχωμα που μετατρέπονται σε καρκίνο χωρίς συνήθως να είναι ορατές με τα κλασσικά συμβατικά ενδοσκόπια. Έχει υπολογισθεί πως για να βρεθεί μια τέτοια δυσπλαστική περιοχή [αν υπάρχει] πρέπει να ληφθούν κατά την διάρκεια της κολονοσκόπησης περίπου 60 βιοψίες από όλο το έντερο.

Τα τελευταία χρόνια έχουν αναπτυχθεί διάφορες τεχνικές κάτα την διάρκεια της κολονοσκόπησης για τον εντοπισμό των δυσπλαστικών περιοχών στην ελκώδη κολίτιδα η σημαντικότερη των οποίων είναι η χρωμοενδοσκόπηση.

Η χρωμοενδοσκόπηση είναι μια τεχνική κατά την οποία ψεκάζεται το τοίχωμα του ενέρου με χρωστικές που κάνουν ορατές περιοχές που δεν φαίνονται με τα συνήθη ενδοσκόπια.

Οι χρωστικές που χρησιμοποιούνται είναι η ινδική καρμίνη [indigo carmine] και το κυανό του μεθυλενίου [methylene blue] σε συγκέντρωση συνήθως 0.1%-0.2%. Αν ανευρεθούν περιοχές που είναι ύποπτες για δυσπλασία τότε αυτές θα μελετηθούν με πιο εξειδικευμένες τεχνικές όπως η μεγεθυντική ενδοσκόπηση με Narrow Band Imaging.

Η κολονοσκόπηση λοιπόν στην ελκώδη κολίτιδα ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΛΗ ΥΠΟΘΕΣΗ, και πρέπει να γίνεται από εκπαιδευμένους γαστρεντερολόγους στις μοντέρνες ενδοσκοπικές τεχνικές με τελευταίας τεχνολογίας μηχανήματα.